Αφού καταχράστηκε δι’ ίδιον -πολιτικόν- όφελος τους θεσμούς που υποτίθεται πως θα υπηρετούσε, αφού έκανε επίδειξη αυταρχισμού, αλαζονείας και παρερμηνείας μέσω της σχολαστικότητας, αφού ξεπέρασε κάθε δυνατή καταγγελτική υπερβολή δηλητηριάζοντας ακόμη περισσότερο έναν ήδη τοξικό δημόσιο διάλογο, ενώ έφθασε η ώρα να απαλλαγούμε -από τη θεσμική τουλάχιστον- παρουσία της, επιχειρεί την υστάτη καταγγελία της και σχεδόν κανείς δεν δείχνει διατεθειμένος να αναγνωρίσει πως αυτήν τη φορά -απίθανο κι όμως αληθινό…- η Ζωή Κωνσταντοπούλου μπορεί και να έχει δίκιο.

Η παράγραφος 4 του άρθρου 37 του Συντάγματος μοιάζει να τη δικαιώνει: «H πρόταση για την ανάθεση εντολής γίνεται μέσα σε τρεις ημέρες από την ημέρα που ο Πρόεδρος της Bουλής ή ο αναπληρωτής του ανακοινώνει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τη δύναμη των κομμάτων στη Bουλή – η ανακοίνωση αυτή γίνεται πριν από κάθε ανάθεση εντολής».

Δεν διευκρινίζεται αν την πρωτοβουλία για την ανακοίνωση οφείλει να αναλάβει ο Πρόεδρος της Βουλής ή αν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να του απευθύνει επίσημο ερώτημα προκειμένου να λάβει επίσημη απάντηση. Σε κάθε περίπτωση όμως η διαδικασία είναι σαφέστατο πως δεν ακολουθήθηκε.

Ζωή Κωνσταντοπούλου

“Τι είπατε;”

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εξέθεσε μία δική του ερμηνεία. Ότι η συνδυαστική εφαρμογή της παραπάνω διάταξης με τα όσα ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 38 [“Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας απαλλάσσει από τα καθήκοντά της την Kυβέρνηση, αν αυτή παραιτηθεί, καθώς και αν η Bουλή αποσύρει την εμπιστοσύνη της κατά το άρθρο 84. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 37”.] σημαίνει πως η διαδικασία των ανακοινώσεων τηρείται μόνο όταν αναζητούμε κυβέρνηση αμέσως ύστερα από εκλογές.

Δεν είναι όμως αξιοπερίεργο ότι δεν βρέθηκαν παρά ελάχιστοι να στηρίξουν την -ευθύτατη και τουλάχιστον άξια συζήτησης- ερμηνεία της Κωνσταντοπούλου; Απέφυγαν να αναδείξουν την ερμηνεία αυτή ακόμη και πολλοί που θα είχαν συμφέρον να το κάνουν, π.χ. σύμπασα η αντιπολίτευση που θα προτιμούσε να καθυστερήσουν για μία ή δύο εβδομάδες οι εκλογές.

Η εμπειρία του θλιβερού τελευταίου κοινοβουλευτικού επταμήνου που ζήσαμε δικαιολογεί τη δυσπιστία προς την Κωνσταντοπούλου.

Γνωρίζουμε όλοι το λόγο για τον οποίον η θέση της Ζωής έμεινε φωνή βοώντος εν τη ερήμω: Οι περισσότεροι δεν έχουν αμφιβολία πως θα χειραγωγούσε το γράμμα του Συντάγματος προκειμένου να παραβιάσει το πνεύμα του. Ότι θα αξιοποιούσε τις διατάξεις του άρθρου 37 προκειμένου να κωλυσιεργήσει, όπως πρωτοφανώς έπραξε στο πολύ πρόσφατο παρελθόν. Θα μπορούσε να αναμένει επ’ άπειρον επιστολή του Προέδρου, θα μπορούσε να τη λάβει και να καθυστερήσει να ανταποκριθεί, θα μπορούσε να σκαρφιστεί οτιδήποτε…

Η εμπειρία του θλιβερού τελευταίου κοινοβουλευτικού επταμήνου που ζήσαμε δικαιολογεί τη δυσπιστία προς την Κωνσταντοπούλου, αφού η απερχομένη Πρόεδρος της Βουλής:

  • Διέστρεψε το περιεχόμενο της θεσμικής της θέσης προκειμένου να υπηρετήσει απροκάλυπτα την προσωπική της πολιτική ατζέντα και τις φιλοδοξίες της.
  • Προσέβαλε επανειλημμένως τους πάντες, προκειμένου να επιδείξει μία πυγμή που πίστευε πως θα την ανεδείκνυε σε κορυφαία πολιτική προσωπικότητα – από γραφική μορφή έξαλλης ακτιβίστριας που είναι.
  • Υπερέβη τα όρια των καθηκόντων της, επιχειρώντας να χαράξει πολιτική και να υποκαταστήσει την εκλεγμένη κυβέρνηση, κάποιες φορές ακόμη και να την παγιδεύσει σε εθνικές πολιτικές που δεν είχαν καμμία θεσμική έγκριση.
  • Μόλυνε με κάθε είδους ακρότητες το θεσμό που ατυχώς της ανατέθηκε να υπηρετήσει, προξενώντας θεσμική βλάβη που μάλλον θα πάρει χρόνια να ξεπερασθεί πλήρως.
  • Έκανε συνεχή επίδειξη αυταρχισμού που προσιδιάζει σε ολοκληρωτικές πολιτικές προσωπικότητες, επιδεικνύοντας μάλιστα εμμονικά χαρακτηριστικά και εριστικότητα που δικαιολογούν και άλλους φόβους.
  • Εξάντλησε κάθε όριο σχολαστικότητας και τυπολατρείας προκειμένου να εξυπηρετήσει τον έκαστοτε σκοπό της, συχνά παραβαίνοντας το πνεύμα των διατάξεων που υποτίθεται πως προάσπιζε.
  • Συνέστησε μηχανισμό υπηρέτησης των προσωπικών πολιτικών της επιδιώξεων εκμεταλλευόμενη το μικρό τμήμα του κράτους που διαχειρίσθηκε, τη Βουλή – και το διαχειρίσθηκε ως προσωποπαγές βιλαέτι.
  • Όχι μόνον αγνόησε την καταφανή απώλεια της εμπιστοσύνης του σώματος που την εξέλεξε, αλλά επιτέθηκε με σφοδρότητα και στρεψοδικία εναντίον όσων αντέδρασαν στην -στα όρια του εξωθεσμικού- συμπεριφορά της.
  • Ως ευκαιριακό αρωγό στη δράση της προσέλκυσε έναν περιθωριακό πολιτικό περίγυρο, ο οποίος εισοδιστικά εργάσθηκε για την προώθηση δικών του ακραίων στόχων.
  • Επέτρεψε σε αυτήν την κουστωδία να εξαπολύσει εκστρατεία σπίλωσης με στόχο ορισμένους εξ όσων άσκησαν δημόσια κριτική στην πολιτεία της, με εκσυγχρονισμένες ΟΠΛΑτζίδικες μεθόδους. Με τον εξτρεμισμό της, τουλάχιστον εμμέσως, την παρώτρυνε μάλιστα.

Στο τέλος αυτής της ιλιγγιώδους και επικίνδυνης πορείας, τη μόνη φορά που της έτυχε να υπερασπισθεί με κάποια βάση αξιοπιστίας τους θεσμούς που τόσο υπέσκαψε, αυτήν τη μόνη φορά, όπως ο βοσκός με το λύκο, δεν εισακούσθηκε. Απλούστατα, διότι η ίδια είχε υπονομεύσει την προσωπική της αξιοπιστία.

Έτσι, και σε αυτήν την τελευταία συγκυρία, η Κωνσταντοπούλου απέτυχε πάλι να υπηρετήσει τους θεσμούς για τους οποίους τόσο κόπτεται.


Υ.Γ.: Την ώρα που το protagon.gr αναρτούσε το παρόν, σαν να ήθελε να επιβεβαιώσει κάποιους από τους ισχυρισμούς που διατυπώνονται σε αυτό, η Πρόεδρος της Βουλής προήδρευε της Διασκέψεως των Προέδρων, η οποία -προτάσει της- όρισε για την Τρίτη και την Τετάρτη συζήτηση στην Ολομέλεια για τις γερμανικές αποζημιώσεις και για τη διαγραφή του δημοσίου χρέους. Η Διάσκεψη είχε απαρτία 7 (…) μελών και συμμετείχαν μόνον βουλευτές της ΛΑΕ.

Αναρωτάται κανείς, βέβαια, τι είδους συνεδριάσεις της Ολομέλειας θα είναι αυτές, εκτός απροόπτου με παρόν ένα κόμμα, και για πόσο ακόμη θα αντέξει ο κοινοβουλευτισμός την εκ των ένδον επίθεση κατά του κύρους του.

Ακολούθως, η Κωνσταντοπούλου απήντησε στην επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας από τηλεοράσεως (από το ταλαιπωρημένο Κανάλι της Βουλής).

Υπομονή, λίγες μέρες ακόμη…