Ήταν εμπνευσμένος, δεν χωρεί αμφιβολία. Ήταν πρωτοπόρος και οραματιστής -όπως γράφουν όλοι-, όποιος το αμφισβητεί, εθελοτυφλεί. Αλλά, ως “οπαδός του”, ισχυρίζομαι πως το κύριο όραμά του δεν ήταν παρά ένα ολέθριο λάθος. Δεδομένης της εικονικής -σχεδόν μεσσιανικής- προσωπικότητας του Στιβ Τζομπς, ήταν αναμενόμενο πως όταν έρθει το τέλος θα είχαμε φαινόμενα τοτεμισμού. Γι’ αυτό και βλέπουμε να θρηνούν για την απώλειά του άνθρωποι που όχι μόνο δεν τον γνώριζαν, αλλά που απέκτησαν για πρώτη φορά επαφή με τα προϊόντα της Apple το 2009, με την αγορά iPhone…
Επειδή, λοιπόν, πολλά γράφτηκαν για τις αρετές του, δεν θα είχε νόημα να αναφερθεί σε αυτές ένας άνθρωπος που αγοράζει και χρησιμοποιεί συσκευές και λογισμικό Apple από τη δεκαετία του 1980.
Ο χαρισματικός Στιβ (που θα λείψει σε εμάς που ανήκουμε στο λεγόμενο Mac community, μία ομάδα ανθρώπων με χαρακτηριστικά αίρεσης) είχε εμμονές και διέπραξε σφάλματα, τουλάχιστον ένα εκ των οποίων ίσως άλλαξε την πορεία του κόσμου.
Η κρίσιμη στιγμή της ιστορίας των προσωπικών υπολογιστών (και του τεράστιου πλήθους δραστηριοτήτων που έλκονται από αυτούς) ήταν εκείνη κατά την οποία ο Τζομπς έκρινε πως δεν θα πρέπει ποτέ να διατεθεί το λειτουργικό σύστημα της Apple σε άλλους κατασκευαστές συσκευών. Τότε, δηλαδή, που συνέλαβε το “όραμα” του “τέλειου λογισμικού που τρέχει σε τέλεια μηχανήματα”.
Ήταν ένα εγωπαθές, αδηφάγο και άπληστο όραμα παγκόσμιας -σχεδόν μονοπωλιακής- κυριαρχίας με έναν συνδυασμό software – hardware, συνδυασμένο μεν με την παροιμειώδη τελειοθηρία του αλλά και με την εμμονή του να κρατά όσο πιο μεγάλο έλεγχο σφιχτά στα χέρια του.
Ήταν όμως ένα όραμα που, όχι μόνον παρ’ όλίγον να οδηγήσει την Apple στη χρεωκοπία (αυτό ανατάχθηκε αργότερα με άλλα, κερδοφόρα, οράματα του Στιβ), αλλά -κυρίως- καταδίκασε τον κόσμο όλο και στη χρήση κατώτερων συσκευών (αυτό που φοβόταν ο Τζομπς), αλλά και στην παγκόσμια εξάρτηση από κατώτερο λογισμικό.
Ο Μπιλ Γκέιτς κατάλαβε ότι μέσα από το λειτουργικό σύστημα θα μπορούσε να καταλάβει τον κόσμο και πως η παγκόσμια κυριαρχία μιας συνδυασμένης λύσης λογισμικού – εξοπλισμού δεν ήταν παρά μία χίμαιρα. Έτσι, ακόμη και ο τελευταίος κατσαβιδάκιας μπορεί να συναρμολογήσει το δικό του μηχάνημα με νόμιμα Windows, ενώ για να έχει κάποιος το προνόμιο ενός ασυγκρίτως υπέρτερου υπολογιστικού περιβάλλοντος είναι αναγκασμένος να καταβάλει τις (ακόμη και σήμερα) αλμυρές τιμές της Apple.
Οι διάδοχοι του Τζομπς στη διοίκηση της Apple (μετά την εκπαραθύρωσή του το 1985) επιχείρησαν το άλμα, αλλάζοντας στρατηγική. Παρεχώρησαν άδειες σε άλλους κατασκευαστές προκειμένου να αντιστρέψουν την πορεία του κόσμου, Μόνο που ήταν ήδη αργά – η ζημιά είχε γίνει.
Για αυτήν και μόνο τη στρατηγικής -και ιστορικής- σημασίας επιλογή του, ο Στιβ Τζομπς θα άξιζε να στερηθεί τον τίτλο του οραματιστή. Έστω και έτσι όμως, θα του απέμενε ο τίτλος του πρωτοπόρου και του απόλυτου new-age σταρ της ψηφιακής χιλιετίας.